Όπως στην επιστήμη, έτσι και στην καθημερινή ζωή όλοι αντιστεκόμαστε στην όποια αλλαγή θεμελιώδους παραδείγματος. Ο κοινωνιολόγος Τζέυ Στούαρτ Σνέλσον αποκαλεί την αντίσταση αυτή ιδεολογικό ανοσοποιητικό σύστημα: «οι μορφωμένοι, ευφυείς και επιτυχημένοι ενήλικοι σπανίως αλλάζουν τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις τους για τον κόσμο».
Σύμφωνα με τον Σνέλσον, όσο περισσότερη γνώση έχει συσσωρεύσει ένα άτομο και όσο καλύτερα τεκμηριωμένες είναι οι θεωρίες του (και, θυμηθείτε, όλοι έχουμε την τάση να ψάχνουμε και να θυμόμαστε τα επιβεβαιωτικά στοιχεία και όχι τα απορριπτικά) τόσο μεγαλύτερη είναι η εμπιστοσύνη που δείχνουν στις ιδεολογικές πεποιθήσεις τους. Ως συνέπεια αυτού, όμως, δημιουργείται μια «ανοσία» έναντι καινούργιων ιδεών που έρχονται σε διάσταση με τις προγενέστερες.
Οι ιστορικοί της επιστήμης αποκαλούν το φαινόμενο αυτό Πρόβλημα του Πλανκ, από το όνομα του φυσικού Μαξ Πλανκ, που είχε κάνει την ακόλουθη παρατήρηση σχετικά με το πώς εδραιώνεται ένας νεωτερισμός στην επιστήμη: «ένας σημαντικός επιστημονικός νεωτερισμός σπανίως προχωρεί κερδίζοντας σιγά-σιγά έδαφος και μεταπείθοντας τους αντιπάλους του: σπανίως θα συμβεί ο Σαούλ να γίνει Παύλος. Αυτό που συμβαίνει είναι πως οι αντίπαλοί του σταδιακά εκλείπουν και η γενιά που μεγαλώνει είναι εξοικειωμένη με την ιδέα του ευθύς εξαρχής».
Ο ψυχολόγος Ντέιβιντ Πέρκινς πραγματοποίησε μια ενδιαφέρουσα μελέτη από την οποία προέκυφε μια ισχυρή θετική συσχέτιση μεταξύ της ευφυΐας (μετρούμενης με τον τυπικό δείκτη νοημοσύνης) και της ικανότητας ανάπτυξης επιχειρηματολογίας για την υιοθέτηση μιας άποψης, καθώς και της ικανότητας υπεράσπισης της θέσης αυτής. Παράλληλα, διαπίστωσε μια ισχυρή αρνητική συσχέτιση μεταξύ της ευφυΐας και της ικανότητας να λαμβάνονται υπ’ όψιν άλλες εναλλακτικές απόψεις.
Με άλλα λόγια, όσο υψηλότερος είναι ο δείκτης νοημοσύνης τόσο μεγαλύτερη έφεση υπάρχει για ιδεολογική ανοσία (!). Η ιδεολογική ανοσία είναι ενσωματωμένη στο επιστημονικό εγχείρημα, όπου λειτουργεί ως φίλτρο έναντι της νεωτερικότητας που ενδέχεται να κατακλύσει τα πάντα.
Όπως εξηγούσε ο ιστορικός της επιστήμης Ι.Μ. Κοέν, «τα νέα και επαναστατικά επιστημονικά συστήματα τείνουν να αντιμετωπίζουν αντίσταση μάλλον παρά ανοιχτή αποδοχή, γιατί κάθε επιτυχημένος επιστήμονας έχει επενδεδυμένο πνευματικό, κοινωνικό, ακόμη και οικονομικό συμφέρον στη διατήρηση του στάτους κβο. Αν κάθε νέα επαναστατική ιδέα γινόταν δεκτή με ανοιχτές αγκάλες, αποτέλεσμα θα ήταν το απόλυτο χάος».
Εν τέλει, η ιστορία ανταμείβει όσους έχουν «δίκιο» (προσωρινά τουλάχιστον) και οι αλλαγές γίνονται. Στην αστρονομία, το πτολεμαϊκό γεωκεντρικό σύστημα εκτοπίστηκε σιγά-σιγά από το ηλιοκεντρικό σύστημα του Κοπέρνικου. Στη βιολογία, η δαρβίνεια θεωρία της εξέλιξης διαδέχτηκε την πεποίθηση του δημιουργισμού για το αναλλοίωτο των ειδών. Η ιδεολογική ανοσία μπορεί να ξεπεραστεί στην επιστήμη και στην καθημερινή ζωή, αλλά χρειάζεται χρόνος και συνεπικουρία δεδομένων.
Το απόφθεγμα του Σπινόζα
Οι σκεπτικιστές έχουμε την πολύ ανθρώπινη τάση να απολαμβάνουμε την αποκάλυψη της αλήθειας για όσα ήδη θεωρούμε ανοησίες. Είναι διασκεδαστικό να εντοπίζει κανείς τα σφάλματα στους συλλογισμούς των άλλων αλλά δεν είναι αυτό το κυρίως ζητούμενο.
Ως σκεπτικιστές και κριτικά σκεπτόμενοι άνθρωποι, θα πρέπει να υπερνικούμε τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις, διότι κατανοώντας τα σφάλματα των άλλων και αντιλαμβανόμενοι τον τρόπο με τον οποίο η επιστήμη υπόκειται σε κοινωνικό έλεγχο και σε πολιτισμικές επιδράσεις, μπορούμε να εμβαθύνουμε στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο κόσμος.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε την ιστορία τόσο της επιστήμης όσο και της ψευδοεπιστήμης. Αν δούμε την ευρύτερη εικόνα του τρόπου με τον οποίο τα κινήματα αυτά εξελίχθηκαν και ανακαλύψουμε πώς πλανήθηκε η λογική σκέψη, δεν θα επαναλάβουμε τα ίδια σφάλματα.
Ο Ολλανδός φιλόσοφος του 17ου αιώνα Βαρούχ Σπινόζα το διατύπωσε καλύτερα απ' όλους: «Έχω καταβάλει αδιάκοπες προσπάθειες να μη χλευάζω, να μη διεκτραγωδώ, να μην περιφρονώ τις πράξεις των ανθρώπων, αλλά να τις κατανοώ...».
Σύμφωνα με τον Σνέλσον, όσο περισσότερη γνώση έχει συσσωρεύσει ένα άτομο και όσο καλύτερα τεκμηριωμένες είναι οι θεωρίες του (και, θυμηθείτε, όλοι έχουμε την τάση να ψάχνουμε και να θυμόμαστε τα επιβεβαιωτικά στοιχεία και όχι τα απορριπτικά) τόσο μεγαλύτερη είναι η εμπιστοσύνη που δείχνουν στις ιδεολογικές πεποιθήσεις τους. Ως συνέπεια αυτού, όμως, δημιουργείται μια «ανοσία» έναντι καινούργιων ιδεών που έρχονται σε διάσταση με τις προγενέστερες.
Οι ιστορικοί της επιστήμης αποκαλούν το φαινόμενο αυτό Πρόβλημα του Πλανκ, από το όνομα του φυσικού Μαξ Πλανκ, που είχε κάνει την ακόλουθη παρατήρηση σχετικά με το πώς εδραιώνεται ένας νεωτερισμός στην επιστήμη: «ένας σημαντικός επιστημονικός νεωτερισμός σπανίως προχωρεί κερδίζοντας σιγά-σιγά έδαφος και μεταπείθοντας τους αντιπάλους του: σπανίως θα συμβεί ο Σαούλ να γίνει Παύλος. Αυτό που συμβαίνει είναι πως οι αντίπαλοί του σταδιακά εκλείπουν και η γενιά που μεγαλώνει είναι εξοικειωμένη με την ιδέα του ευθύς εξαρχής».
Ο ψυχολόγος Ντέιβιντ Πέρκινς πραγματοποίησε μια ενδιαφέρουσα μελέτη από την οποία προέκυφε μια ισχυρή θετική συσχέτιση μεταξύ της ευφυΐας (μετρούμενης με τον τυπικό δείκτη νοημοσύνης) και της ικανότητας ανάπτυξης επιχειρηματολογίας για την υιοθέτηση μιας άποψης, καθώς και της ικανότητας υπεράσπισης της θέσης αυτής. Παράλληλα, διαπίστωσε μια ισχυρή αρνητική συσχέτιση μεταξύ της ευφυΐας και της ικανότητας να λαμβάνονται υπ’ όψιν άλλες εναλλακτικές απόψεις.
Με άλλα λόγια, όσο υψηλότερος είναι ο δείκτης νοημοσύνης τόσο μεγαλύτερη έφεση υπάρχει για ιδεολογική ανοσία (!). Η ιδεολογική ανοσία είναι ενσωματωμένη στο επιστημονικό εγχείρημα, όπου λειτουργεί ως φίλτρο έναντι της νεωτερικότητας που ενδέχεται να κατακλύσει τα πάντα.
Όπως εξηγούσε ο ιστορικός της επιστήμης Ι.Μ. Κοέν, «τα νέα και επαναστατικά επιστημονικά συστήματα τείνουν να αντιμετωπίζουν αντίσταση μάλλον παρά ανοιχτή αποδοχή, γιατί κάθε επιτυχημένος επιστήμονας έχει επενδεδυμένο πνευματικό, κοινωνικό, ακόμη και οικονομικό συμφέρον στη διατήρηση του στάτους κβο. Αν κάθε νέα επαναστατική ιδέα γινόταν δεκτή με ανοιχτές αγκάλες, αποτέλεσμα θα ήταν το απόλυτο χάος».
Εν τέλει, η ιστορία ανταμείβει όσους έχουν «δίκιο» (προσωρινά τουλάχιστον) και οι αλλαγές γίνονται. Στην αστρονομία, το πτολεμαϊκό γεωκεντρικό σύστημα εκτοπίστηκε σιγά-σιγά από το ηλιοκεντρικό σύστημα του Κοπέρνικου. Στη βιολογία, η δαρβίνεια θεωρία της εξέλιξης διαδέχτηκε την πεποίθηση του δημιουργισμού για το αναλλοίωτο των ειδών. Η ιδεολογική ανοσία μπορεί να ξεπεραστεί στην επιστήμη και στην καθημερινή ζωή, αλλά χρειάζεται χρόνος και συνεπικουρία δεδομένων.
Το απόφθεγμα του Σπινόζα
Οι σκεπτικιστές έχουμε την πολύ ανθρώπινη τάση να απολαμβάνουμε την αποκάλυψη της αλήθειας για όσα ήδη θεωρούμε ανοησίες. Είναι διασκεδαστικό να εντοπίζει κανείς τα σφάλματα στους συλλογισμούς των άλλων αλλά δεν είναι αυτό το κυρίως ζητούμενο.
Ως σκεπτικιστές και κριτικά σκεπτόμενοι άνθρωποι, θα πρέπει να υπερνικούμε τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις, διότι κατανοώντας τα σφάλματα των άλλων και αντιλαμβανόμενοι τον τρόπο με τον οποίο η επιστήμη υπόκειται σε κοινωνικό έλεγχο και σε πολιτισμικές επιδράσεις, μπορούμε να εμβαθύνουμε στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο κόσμος.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε την ιστορία τόσο της επιστήμης όσο και της ψευδοεπιστήμης. Αν δούμε την ευρύτερη εικόνα του τρόπου με τον οποίο τα κινήματα αυτά εξελίχθηκαν και ανακαλύψουμε πώς πλανήθηκε η λογική σκέψη, δεν θα επαναλάβουμε τα ίδια σφάλματα.
Ο Ολλανδός φιλόσοφος του 17ου αιώνα Βαρούχ Σπινόζα το διατύπωσε καλύτερα απ' όλους: «Έχω καταβάλει αδιάκοπες προσπάθειες να μη χλευάζω, να μη διεκτραγωδώ, να μην περιφρονώ τις πράξεις των ανθρώπων, αλλά να τις κατανοώ...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου