Η σιωπή ήρθε σήμερα τα χαράματα να με καλωσορίσει στο άπειρο της αγκαλιάς της, ήρθε προτού μ΄αφήσει ο Μορφεύς από τα δεσμά του, ήρθε προτού το άνοιγμα των ματιών μου αντικρίσει αυτή την Κυριακή.
Ήρθε ένας θάνατος, μαζί του ήρθε η θλίψη από τον θάνατο, η οργή μου για την αιτία του θανάτου και η ταυτόχρονη ευγνωμοσύνη μου για την ανάσα που μου δίνει το δικαίωμα να ζω, γίνανε οι καμπάνες που ξύπνησαν την σιωπή μου.
Και ήρθε η σιωπή να μου θυμίσει τους κρυμμένους θησαυρούς μου, τους θησαυρούς που μόνο αυτή μπορεί να κρύψει μέσα στα αχόρταγα σπλάχνα της.
Και είναι η σιωπή αυτή που έχει το κρεβάτι του πόνου καθαρό για να μπορέσω να πλαγιάσω και να την αφήσω να γιατρέψει τις πληγές που μου ανοίγει αυτός ο κόσμος της υλικής και εικονικής ηδονής.
Η σιωπή είναι αυτή που με τραβάει με το χέρι της μέσα στην αγκαλιά της για να μου δείξει την ψυχική μου πραγματικότητα, την πραγματικότητα που μόλις την δει ο γυάλινος κόσμος θέλει να την εξοντώσει με τις χιλιάδες εφιαλτικές και εθιστικές προσφορές του.
Η σιωπή είναι αυτή που έχει κρύψει τις χαρούμενες στιγμές μου με κείνο τον φίλο, με κείνο τον φίλο που ο γυάλινος κόσμος του πρόσφερε μια στιγμή εφορίας μέσα στην σύριγγα και του πήρε την ανάσα.
Του πήρε την ανάσα ο θάνατος μεταμορφωμένος σε μια ψεύτικη υπόσχεση που μπορεί να ξεγελάσει ακόμη και τον πιο έξυπνο άντρα, γυναίκα ή παιδί.
Κλαίει η ψυχή μου, τα δάκρυα ποτάμια, μα πριν μπορέσω να φιλτράρω τα γεγονότα, τα μάτια της οργής μου χαμογελάνε ειρωνικά και με προκαλούν σε μία φθορά του ψυχικού μου κόσμου.
Μέσα στην ταραχή της ζωής τρέχω να πετάξω τα παπούτσια του πόνου της μάνας, μιας μάνας που ο κόσμος της δεν θα γίνει ποτέ πια όμορφος, μιας μάνας που ποτέ δεν θα μπορέσει να αφήσει το στίγμα του πόνου πίσω της.
Μέσα σε όλη αυτή την τρικυμία, τα λόγια ποτέ δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν την σιωπή.
Τα φάρμακα και τα βότανα, οι ευχές και οι κατάρες, οι θεοί και οι δαίμονες, οι σοφοί και οι τρελοί, τρέχουν σαν μικρά παιδιά στην αγκαλιά της σιωπής.
Έτσι και γω που δοκίμασα να γιατρευτώ με φάρμακα και βότανα, που πολλές φορές ευχήθηκα να βγουν αληθινές οι κατάρες μου, που καταράστηκα την στιγμή που ευχήθηκα το μέλλον μου, στάθηκα πολλές φορές απέναντι στους θεούς, στου θεούς που μου χάρισαν χιλιάδες δαίμονες μπας και μπορέσω να αγγίξω ποτέ την σοφία της ζωής, μιας ζωής που μου επιτρέπει να τρέχω σαν τρελός στην αγκαλιά της σιωπής μου.
Για όλες τις ψυχές που ξεγέλασε ο θάνατος με την ηρωίνη !!!!
ΠΗΓΗ
Ήρθε ένας θάνατος, μαζί του ήρθε η θλίψη από τον θάνατο, η οργή μου για την αιτία του θανάτου και η ταυτόχρονη ευγνωμοσύνη μου για την ανάσα που μου δίνει το δικαίωμα να ζω, γίνανε οι καμπάνες που ξύπνησαν την σιωπή μου.
Και ήρθε η σιωπή να μου θυμίσει τους κρυμμένους θησαυρούς μου, τους θησαυρούς που μόνο αυτή μπορεί να κρύψει μέσα στα αχόρταγα σπλάχνα της.
Και είναι η σιωπή αυτή που έχει το κρεβάτι του πόνου καθαρό για να μπορέσω να πλαγιάσω και να την αφήσω να γιατρέψει τις πληγές που μου ανοίγει αυτός ο κόσμος της υλικής και εικονικής ηδονής.
Η σιωπή είναι αυτή που με τραβάει με το χέρι της μέσα στην αγκαλιά της για να μου δείξει την ψυχική μου πραγματικότητα, την πραγματικότητα που μόλις την δει ο γυάλινος κόσμος θέλει να την εξοντώσει με τις χιλιάδες εφιαλτικές και εθιστικές προσφορές του.
Η σιωπή είναι αυτή που έχει κρύψει τις χαρούμενες στιγμές μου με κείνο τον φίλο, με κείνο τον φίλο που ο γυάλινος κόσμος του πρόσφερε μια στιγμή εφορίας μέσα στην σύριγγα και του πήρε την ανάσα.
Του πήρε την ανάσα ο θάνατος μεταμορφωμένος σε μια ψεύτικη υπόσχεση που μπορεί να ξεγελάσει ακόμη και τον πιο έξυπνο άντρα, γυναίκα ή παιδί.
Κλαίει η ψυχή μου, τα δάκρυα ποτάμια, μα πριν μπορέσω να φιλτράρω τα γεγονότα, τα μάτια της οργής μου χαμογελάνε ειρωνικά και με προκαλούν σε μία φθορά του ψυχικού μου κόσμου.
Μέσα στην ταραχή της ζωής τρέχω να πετάξω τα παπούτσια του πόνου της μάνας, μιας μάνας που ο κόσμος της δεν θα γίνει ποτέ πια όμορφος, μιας μάνας που ποτέ δεν θα μπορέσει να αφήσει το στίγμα του πόνου πίσω της.
Μέσα σε όλη αυτή την τρικυμία, τα λόγια ποτέ δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν την σιωπή.
Τα φάρμακα και τα βότανα, οι ευχές και οι κατάρες, οι θεοί και οι δαίμονες, οι σοφοί και οι τρελοί, τρέχουν σαν μικρά παιδιά στην αγκαλιά της σιωπής.
Έτσι και γω που δοκίμασα να γιατρευτώ με φάρμακα και βότανα, που πολλές φορές ευχήθηκα να βγουν αληθινές οι κατάρες μου, που καταράστηκα την στιγμή που ευχήθηκα το μέλλον μου, στάθηκα πολλές φορές απέναντι στους θεούς, στου θεούς που μου χάρισαν χιλιάδες δαίμονες μπας και μπορέσω να αγγίξω ποτέ την σοφία της ζωής, μιας ζωής που μου επιτρέπει να τρέχω σαν τρελός στην αγκαλιά της σιωπής μου.
Για όλες τις ψυχές που ξεγέλασε ο θάνατος με την ηρωίνη !!!!
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου