Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Ενεχυροδανειστήρια: η εκποίηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας


Τα τελευταία τρία χρόνια λόγω της μεγάλης ύφεσης, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη πτώση του βιοτικού επιπέδου, το ένα μετά το άλλο τα εμπορικά καταστήματα «βάζουν λουκέτο». Όμως στη θέση τους καθημερινά ξεφυτρώνουν «γραφεία αγοράς χρυσού» που οι ιδιοκτήτες τους τα «βαφτίζουν» ενεχυροδανειστήρια, γιατί η λέξη είναι οικεία στην ελληνική κοινωνία, ιδιαίτερα στους μεσήλικες και τους ηλικιωμένους. Και τούτο γιατί «πιστωτικά» ιδρύματα ή ιδιωτικά γραφεία που παρείχαν δάνεια επί ενεχύρω λειτούργησαν και κατά το παρελθόν.
Λέγεται ότι το πρώτο ενεχυροδανειστήριο ιδρύθηκε το 1198 στη Βαυαρία, ενώ ανάλογα καταστήματα λειτούργησαν στην Αγγλία (1361) και αλλού από το ΙΒ΄ ως το ΙΔ΄ αιώνα. Όμως αυτός που έδωσε ώθηση στο θεσμό ήταν ο Ιταλός μοναχός Βαρνάβας ντε Τέρνι στα μέσα του ΙΕ΄ αιώνα . Για να απαλλάξει τις λαϊκές τάξεις από την εκμετάλλευση που υφίσταντο από τοκογλύφους ίδρυσε αρχικά (1440) στην Περούτζια και αργότερα (1464) στο Ορβιέτο σοβαρά πιστωτικά ιδρύματα, τα κεφάλαια των οποίων προέρχονταν κατά το πλείστον από δημόσιες εισφορές, που χορηγούσαν άτοκα δάνεια σε φτωχούς.
Στην Ελλάδα ενεχυροδανειστήρια ιδρύθηκαν επί ενετοκρατίας στην Κέρκυρα και στη Ζάκυνθο. Το ενεχυροδανειστήριο της Κέρκυρας άρχισε να λειτουργεί το 1630 με πόρους που προέρχονταν από φόρους, οι οποίοι είχαν επιβληθεί για το σκοπό αυτό, και από το πλεόνασμα των κεφαλαίων των σιταποθηκών. Το κατάστημα τούτο, ελλείψει χρημάτων, έκλεισε το 1706, αλλά ανασυστήθηκε το 1768. Το ενεχυροδανειστήριο Ζακύνθου ιδρύθηκε το 1670 με σκοπό την παροχή βοήθειας στους πενόμενους πολίτες και για περιορισμό της δανειστικής αισχροκέρδειας. Το αρχικό του κεφάλαιο ανερχόταν σε 6.000 ρεάλια, τα οποία είχε δανειστεί από τη σιταποθήκη του νησιού, αλλά με την πάροδο του χρόνου απέκτησε ίδια κεφάλαια. Στην υπόλοιπη Ελλάδα αποφασίστηκε η ίδρυση ενεχυροδανειστηρίων αμέσως μετά την απελευθέρωση με διάταγμα της 1ης Δεκεμβρίου 1836 (εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φύλλο της 7ης Ιουλίου 1957). Όμως κατά τα επόμενα εξήντα χρόνια δεν ιδρύθηκε κρατικό ενεχυροδανειστήριο παρά μόνο κάποια ιδιωτικά «μικρομάγαζα», τα οποία «έγδυναν» κυριολεκτικά όσους αναγκάζονταν να καταφύγουν σ’ αυτά, για να δανειστούν μικροποσά. Συναισθανόμενος την αναγκαιότητα δημιουργίας ανάλογου κρατικού ιδρύματος ο υπουργός των Εσωτερικών Κυριακούλης Μαυρομιχάλης (επί κυβερνήσεως Θ. Δηλιγιάννη) συγκρότησε το 1896 πενταμελή επιτροπή, για να υποβάλει σχέδιο συστάσεως ενεχυροδανειστηρίων «κατά το πρότυπον των εν τη Εσπερία (= την Ευρώπη) λειτουργούντων, καθ’ όσον τα υπάρχοντα νυν ιδιωτικά δεν ανταποκρίνονταν εις τον σκοπόν αυτών» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 5ης Δεκεμβρίου 1896). Η προσπάθεια αυτή τελικά δεν τελεσφόρησε κι έτσι ως τις αρχές του 20ου αιώνα το μόνο κρατικό ενεχυροδανειστήριο που λειτουργούσε στην Ελλάδα ήταν αυτό της Κέρκυρας με κεφάλαιο δύο εκατομμυρίων δραχμών (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλα της 12ης Φεβρουαρίου 1902 και 5ης Σεπτεμβρίου 1905).
Το 1903 ο δήμαρχος Αθηναίων Σπ. Μερκούρης αποφάσισε να δημιουργήσει δημοτικό ενεχυροδανειστήριο. Για το σκοπό αυτό απεστάλη στην Ευρώπη ο δικηγόρος Θηβαίος, για να μελετήσει το σύστημα με το οποίο λειτουργούσαν τα ευρωπαϊκά ανάλογα ιδρύματα. Μετά την επάνοδό του από το εξωτερικό κατέγινε με τη σύνταξη του καταστατικού λειτουργίας του ενεχυροδανειστηρίου, το οποίο ο δήμαρχος θα υπέβαλε στο υπουργείο των Εσωτερικών, ώστε να καταρτισθεί με βάση αυτό σχετικό νομοσχέδιο (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 24ης Φεβρουαρίου 1903).
Το 1905 όμιλος Αθηναίων κεφαλαιούχων ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση την άδεια να συστήσει στην Αθήνα μεγάλο ενεχυροδανειστήριο. Την ίδια χρονιά ο ομογενής από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου Ιωάννης Γεωργάνος, ενεργώντας ως εκπρόσωπος Γάλλων κεφαλαιούχων, έστειλε στους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες σχέδιο καταστατικού εταιρείας, η οποία ήταν διατεθειμένη να ιδρύσει ενεχυροδανειστήριο στην πρωτεύουσα. Η εταιρεία θα είχε αρχικό κεφάλαιο δύο εκατομμυρίων φράγκων και από τα κέρδη της θα παραχωρούσε ένα μέρος στο ελληνικό δημόσιο και κυρίως στο Ταμείο Εθνικής Αμύνης. Η πρόταση Γεωργάνου κρίθηκε συμφέρουσα και οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν: «Αι διαπραγματεύσεις του κ. Γεωργάνου μετά των κεφαλαιούχων και της Κυβερνήσεως διεκόπησαν ένεκα των εκλογών, προσεχώς δε επαναλαμβάνονται. Διά τούτο ελπίζομεν ότι η Κυβέρνησις του κ. Δηλιγιάννη, προτού προβή εις οριστικήν απόφασιν επί της προτάσεως των Αθηναίων κεφαλαιούχων, θα αναμείνη τας προτάσεις της Γαλλικής Εταιρείας, αίτινες είναι ασυγκρίτως επωφελέστεραι διά τον πληθυσμόν της πρωτευούσης και ευεργετικαί διά το Ταμείον της Εθνικής Αμύνης» (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 3ης Απριλίου 1905).
Αργότερα ιδρύθηκε στην Αθήνα κρατικό ενεχυροδανειστήριο που στεγάστηκε σε υποκατάστημα του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στην οδό Σταδίου 18. Μάλιστα βάσει του νόμου η Διοίκηση του Ταμιευτηρίου είχε την ευθύνη για τη στελέχωσή του με εξειδικευμένο προσωπικό για την αποτίμηση της αξίας των χρυσαφικών και των άλλων τιμαλφών που έβαζαν ως ενέχυρο οι δανειζόμενοι (εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, φύλλο της 24ης Δεκεμβρίου 1961). Στην αίθουσά του κατέφυγαν για δεκαετίες άνθρωποι που έδωσαν αντικείμενα μεγάλης συναισθηματικής αξίας, για να πάρουν λίγες δεκάδες δραχμές, με τις οποίες  αγόρασαν το ψωμί της οικογένειάς τους, τα φάρμακα των άρρωστων γονιών τους, το γάλα των παιδιών τους ή πλήρωσαν τους φόρους τους. Γιατί συνέβηκε κι αυτό. Η κυβέρνηση του Λαϊκού κόμματος, επιβάλλοντας στο λαό δυσβάσταχτη φορολογία το 1933, έδινε τη δυνατότητα πληρωμής των φόρων «με την παροχή δανείων επί ενεχύρω διαφόρων χρυσαφικών, ασημικών και ειδών οικιακής χρήσεως. Τα δάνεια θα ήσαν τρίμηνα από 100 δραχμών έως 15.000 δραχμών. Μετά την παρέλευσιν της τελευταίας προθεσμίας αποπληρωμής του δανείου τα ενέχυρα θα εκποιούνταν μέσα σ’ ένα μήνα» (εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, φύλλο της 23ης Αυγούστου 1933).
Κατά τη μεταπολεμική περίοδο ιδρύθηκαν κρατικά ενεχυροδανειστήρια στη Θεσσαλονίκη (στα τέλη Μαρτίου του 1953) και στον Πειραιά (την 1ηΑυγούστου του 1956). Κι αυτά λειτουργούσαν σε υποκαταστήματα του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Και τα δύο είχαν περιορισμένες δυνατότητες δανειοδότησης. Είναι χαρακτηριστική μια ανακοίνωση του ενεχυροδανειστηρίου Πειραιώς που δημοσιεύτηκε στον τύπο: «Ως ενέχυρα θα γίνονται δεκτά κοσμήματα και τιμαλφή μικρού όγκου, τα δε συναπτόμενα επί των ενεχύρων αυτών δάνεια θα ανέρχονται μέχρι του ποσού των 5.000 δραχμών. Τα δάνεια θα συνάπτονται διά χρονικόν διάστημα τρίμηνον ή εξάμηνον.»(εφημερίδες ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 20ηςΦεβρουαρίου 1953 και  ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, φύλλο της 1ης Αυγούστου 1956).
Κατά τις επόμενες δεκαετίες τα οξυμμένα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζαν τα λαϊκά στρώματα σε συνδυασμό με τις δυσχέρειες λήψης δανείων από τα κρατικά πιστωτικά ιδρύματα συνέτειναν στην αύξηση των ιδιωτικών ενεχυροδανειστηρίων. Αυτό φαίνεται και από ένα δημοσίευμα της εφημερίδας ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (φύλλο της 2ας Αυγούστου 1970): «Η ενεχυροδότηση είναι μια εμπορική συναλλαγή που παρουσιάζει μεγάλη άνθηση κατά τα τελευταία χρόνια. Απόδειξη τούτου αποτελεί το γεγονός ότι, ενώ το 1950 λειτουργούσαν εις το λεκανοπέδιο της Αττικής μόλις 3 ενεχυροδανειστήρια (το κρατικό και δύο ιδιωτικά), σήμερα ο αριθμός των ιδιωτικών επιχειρήσεων αυτής της μορφής έχει ανέλθει εις 20 περίπου. (15 ιδιωτικά ενεχυροδανειστήρια λειτουργούν στην Αθήνα και άλλα 5 στον Πειραιά)».
Και φθάσαμε στην εποχή μας όπου τα «γραφεία αγοράς χρυσού» ξεφυτρώνουν σε κάθε γωνιά των μεγαλουπόλεων και των κωμοπόλεων. Στις προθήκες τους, βαμμένες συνήθως στο χρώμα του χρυσού, γράφουν ότι λειτουργούν με κρατική άδεια. Ακόμα με τηλεοπτικές και έντυπες διαφημίσεις υπόσχονται στους πολίτες αυτής της χώρας ότι θα δώσουν άμεση λύση στα οικονομικά τους προβλήματα με την εκποίηση χρυσαφικών και άλλων τιμαλφών τους. Οι μόνοι που ασχολούνται κατά καιρούς με το σύγχρονο αυτό φαινόμενο είναι ορισμένοι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί και διάφοροι κοινωνικά ευαίσθητοι εισαγγελείς. Αναπόφευκτα όμως γεννιούνται κάποια ερωτήματα:
  1. Πώς προστατεύεται από την οικονομική εκμετάλλευση ο πολίτης που αναγκάζεται να καταφύγει σε τέτοια γραφεία;
  2.  Πώς αποτρέπεται το ενδεχόμενο έστω και ακούσιας κλεπταποδοχής;
  3.  Πού καταλήγει τελικά ο ελληνικός χρυσός που συγκεντρώνεται στα σύγχρονα «ενεχυροδανειστήρια»;

Οι μνημονιακές κυβερνήσεις που με τις πολιτικές τους έχουν οδηγήσει το λαό σε οικονομική εξαθλίωση και που φθάνουν στο σημείο να εκδώσουν εγκυκλίους για φυλάκιση χρεοφειλετών προς το Δημόσιο, ακόμα και για ποσά 5.000 ευρώ, δεν έχουν τη βούληση να ασχοληθούν με τέτοια ζητήματα. Έτσι η σύγχρονη οικονομική κρίση θα γίνει για ορισμένους ευκαιρία για παράνομο πλουτισμό, όπως συνέβηκε άλλωστε και σε παλιότερες περιόδους της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
ενεχυροδανειστήριο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ShareThis



Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...